Τετάρτη 26 Αυγούστου 2015

Ο ΜΙΚΡΟΑΣΤΙΚΟΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ


Χαρακτηριστικό της ελληνικής Αριστεράς επί χρόνια είναι η αμυντική στάση, ο αγώνας για διατήρηση του υπάρχοντος και για επιστροφή σε κάποιο καλύτερο ή πάντως προτιμότερο παρελθόν.

Απέναντι σε επιθέσεις που στοχεύουν στην αφαίρεση στοιχειωδών δικαιωμάτων και στην αναίρεση κατακτήσεων των εργαζομένων, μια τέτοια στάση είναι λογικό να προκύπτει ως αυθόρμητη αντίδραση. Όταν όμως δεν συνοδεύεται και από προτάσεις και ιδέες για τη διαμόρφωση μιας εναλλακτικής κοινωνίας, ή έστω για επιθυμητές μεταρρυθμίσεις εντός της υπάρχουσας κοινωνίας, τότε είναι αναπόφευκτο να δίνει τροφή σε επιθέσεις από τη μεριά των ιδεολόγων που πρεσβεύουν την κυριαρχία της αστικής τάξης και των αντίστοιχων πολιτικών δυνάμεων. Ο τόνος και το ύφος τέτοιων επιθέσεων συνοψίζονται περίπου στην ιδέα ότι το μόνο που έχει ουσιαστικά να πει η Αριστερά είναι ότι πρέπει να διατηρηθούν καταστάσεις που βολεύουν την εκλογική πελατεία της, ενεργή η δυνητική, και που από την άλλη αποδεικνύονται τροχοπέδη για τη συνολική πορεία και ευημερία της κοινωνίας, άρα και για τα συμφέροντα των ίδιων των τάξεων και στρωμάτων που υποτίθεται ότι εκφράζει. Η Αριστερά της υπεράσπισης των κεκτημένων είναι η λαϊκιστική Αριστερά, με άλλα λόγια.

Τέτοιες μομφές τις ξέρει η Αριστερά και έχει απαντήσει πολλές φορές, ωστόσο δεν νομίζω ότι οι απαντήσεις φτάνουν συνήθως στην καρδιά του προβλήματος. Πώς είναι δυνατό να επιτευχθεί κάτι τέτοιο; Με συγκεκριμένα επιχειρήματα για τα εξής επιμέρους ζητήματα:
α. τα "κεκτημένα" δεν είναι προνόμια βολεμένων και όπου έχουν εξελιχθεί με αυτόν τον τρόπο θα επανεξεταστούν, και όχι μόνο στα λόγια,
β. η διατήρηση - γιατί όχι και η διεύρυνση και η εμβάθυνση τους - υπαγορεύεται και από οικονομικούς νόμους και νομοτέλειες, είναι προς όφελος της κοινωνίας στο σύνολό της ΕΝΤΟΣ του εκάστοτε δεδομένου και διαμορφωμένου παγκόσμιου συσχετισμού πολιτικών και οικονομικών δυνάμεων,
γ. τα "κεκτημένα" αποτελούν στην πραγματικότητα υλοποίηση θεμελιωδών επαγγελιών του Διαφωτισμού και των μεγάλων Επαναστάσεων, της πανευρωπαϊκής και παγκόσμιας πολιτικής και πολιτισμικής κληρονομιάς,
δ. αν η διατήρηση των "κεκτημένων" συνεπάγεται περισσότερες ζημίες για το σύνολο της κοινωνίας παρά ωφέλειες, τότε πρέπει πράγματι να ανοίξει εντός της κοινωνίας ο διάλογος για ουσιαστικές, και όχι ψευδεπίγραφες, μεταρρυθμίσεις. Μεταρρυθμίσεις επώδυνες ίσως, πάντα όμως με δημοκρατικότητα, δικαιοσύνη και πειστική προοπτική.

Γύρω από τέτοια ζητήματα, από την άλλη, πολλές φορές εκδηλώνονται διαφωνίες και ρήξεις, ακόμη και όταν απουσιάζει ο συγκεκριμένος και τεκμηριωμένος λόγος από τις εμπλεκόμενες πλευρές. Πρόκειται για χαρακτηριστικό της αριστερής κουλτούρας, με το οποίο δυστυχώς έχουμε μάθει και οι ίδιοι οι αριστεροί να συμβιώνουμε. Απότοκος τέτοιων καταστάσεων είναι και η διάσπαση που ζούμε αυτές τις μέρες και η οποία, καθώς είναι ευνόητο, δεν είναι (μόνον) εσωτερική υπόθεση των πρωταγωνιστών της.

Κατά την άποψή μου η ύπαρξη δυνάμεων ικανών να απορροφήσουν εκλογικά δυσαρεστημένους πολίτες (το αν μέχρι τις επερχόμενες εκλογές θα έχουν προλάβει οι πολίτες να δυσαρεστηθούν από το τρίτο και "αριστερό" μνημόνιο, δεν είναι πάντως απολύτως βέβαιο) προκειμένου αυτοί να μην σπεύσουν να καταφύγουν στην απεχθή αγκαλιά της "Χρυσής Αυγής", είναι χρήσιμη και ευκταία. Αν οι δυνάμεις που θα εισπράξουν δικαιολογημένη λαϊκή δυσαρέσκεια και αγανάκτηση είναι μάλιστα αριστερές και όχι φερ' ειπείν συστημικές αστικοφιλελεύθερες, τόσο το καλύτερο. Το να θεωρείται, όμως, μια τέτοια (τακτική) στάση η μόνη γνήσια αριστερή σε αντίθεση προς την "προδοσία" της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, είναι - και πρέπει να το πούμε αυτό - απλώς και μόνο μια επιφανειακή και υποκειμενική βεβαιότητα που τροφοδοτείται από την καθ' έξιν απομάκρυνση από το παρελθόν του σοσιαλιστικού κινήματος και, επίσης, της μαρξικής παράδοσης.

Ιδίως στη δίσεκτη και δυσανάγνωστη εποχή μας είναι σημαντική, μεταξύ άλλων, και η προσεκτική κι επισταμένη ανάγνωση των κειμένων του Μαρξ. Αν μια τέτοια ανάγνωση βοηθήσει τους οπαδούς και θιασώτες της αστικής νομιμότητας να ανακαλύψουν την πάλη των τάξεων πίσω από κυρίαρχα ιδεολογήματα και προπαγάνδες, έχει καλώς. Πολύ μεγάλο, όμως, θα είναι το όφελος και για ανθρώπους γαλουχημένους και δοκιμασμένους στην Αριστερά που έχουν ανάγκη για διαρκή έλεγχο, αυτοέλεγχο και επανέλεγχο του προσανατολισμού τους, ιδίως όταν οι εποχές και οι περιστάσεις μοιάζουν και είναι πρωτόγνωρες.

Η προβολή της επιστροφής στη δραχμή ως στρατηγικού στόχου στις μέρες μας είναι χαρακτηριστικό δείγμα - μακάρι να ήταν κορυφαίο και τελευταίο - της τάσης, ενδημικής στη σύγχρονη ελληνική Αριστερά, που ευαγγελίζεται και επαγγέλλεται τη λύση των σημερινών προβλημάτων και την απαλλαγή από τα σημερινά δεινά στη βάση μιας αμυντικής λογικής, μέσω της επιστροφής σε ένα εξιδανικευμένο παρελθόν. Και πρόκειται για τάση που χαρακτηρίζει μεγάλα τμήματα των επιμέρους αριστερών χώρων, τώρα όμως βλέπουμε ότι είχε ιδιαίτερη απήχηση και εντός του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς από τους κόλπους του μέχρι τούδε ενιαίου κυβερνώντος κόμματος αποσπώνται δυνάμεις, φορείς και πρόσωπα.

Επί της ουσίας, το πολιτικό, θεωρητικό και ιδεολογικό στίγμα του προγράμματος της επιστροφής στο εθνικό νόμισμα στο όνομα αριστερών στόχων και ιδεωδών, αντιστοιχεί - σε μεγάλο βαθμό και τηρουμένων των αναλογιών - σε αυτό που οι Μαρξ και Ένγκελς στο "Κομμουνιστικό Μανιφέστο" αποκαλούσαν "μικροαστικό σοσιαλισμό." Ας δούμε, λοιπόν, συγκεκριμένα τι έλεγαν σχετικά οι "κλασικοί":

"Ο σοσιαλισμός αυτός ανέλυσε λεπτομερώς και με πολύ μεγάλη οξύνοια τις αντιφάσεις που υπάρχουν στις σύγχρονες σχέσεις παραγωγής. Ξεσκέπασε τις υποκριτικές ωραιοποιήσεις των οικονομολόγων. Απέδειξε με αδιάψευστο τρόπο τα καταστροφικά αποτελέσματα των μηχανών και του καταμερισμού της εργασίας, τη συγκέντρωση των κεφαλαίων και της γαιοκτησίας, την υπερπαραγωγή, τις κρίσεις, τον αναγκαστικό αφανισμό των μικροαστών και αγροτών, την αθλιότητα του προλεταριάτου, την αναρχία στην παραγωγή, την κραυγαλέα δυσαναλογία στη διανομή του πλούτου, τον εξοντωτικό βιομηχανικό πόλεμο ανάμεσα στα έθνη, τη διάλυση των παλαιών ηθών, των παλαιών οικογενειακών σχέσεων, των παλαιών εθνοτήτων.

Ωστόσο, ως προς το θετικό του περιεχόμενο, ο σοσιαλισμός αυτός θέλει είτε ν' αποκαταστήσει τα παλιά μέσα παραγωγής και ανταλλαγής και μαζί τους τις παλαιές σχέσεις ιδιοκτησίας και την παλαιά κοινωνία, είτε να εγκλωβίσει ξανά με τη βία τα σύγχρονα μέσα παραγωγής και ανταλλαγής στο πλαίσιο των παλαιών σχέσεων ιδιοκτησίας, που είχαν ανατιναχτεί και που δεν μπορούσαν παρά ν' ανατιναχτούν απ' αυτά τα ίδια τα σύγχρονα μέσα παραγωγής. Και στις δύο περιπτώσεις, ο σοσιαλισμός αυτός είναι ταυτόχρονα και αντιδραστικός και ουτοπικός (reaktionär und utopisch zugleich).

Συντεχνιακό καθεστώς στη μανιφακτούρα και πατριαρχική οικονομία στην ύπαιθρο, αυτή είναι η τελευταία του λέξη.

Στην παραπέρα εξέλιξή της η τάση αυτή κατάντησε μια δειλή θρηνωδία (in einen feigen Katzenjammer)".

(Κ. Μαρξ-Φ. Ένγκελς, "Κομμουνιστικό Μανιφέστο", μετάφραση από τον ιστότοπο http://www.antitetradia.gr/portal/images/klasika_keimena/to_manifesto_tou_kommounistikou_kommatosmarx-engels.pdf, ελεγμένη και διορθωμένη από τον υπογράφοντα σύμφωνα με το γερμανικό πρωτότυπο, όπως αυτό παρατίθεται στη σύγχρονη έκδοση: K. Marx-F. Engels, Das kommunistische Manifest. Eine moderne Edition, Εισαγωγή E. Hobsbawm, Argument Verlag, Αμβούργο-Βερολίνο 1999, σ. 75).

Όλοι οι μη προνομιούχοι της κοινωνίας, απεχθανόμαστε τα μνημόνια. Όμως η πρόταξη και υποστήριξη λύσεων που επί της ουσίας προϋποθέτουν ανάσχεση της γενικής πορείας της καπιταλιστικής οικονομίας - και μάλιστα σε εποχή κατά την οποία πλέον ζούμε, μετά το ιστορικό διάλειμμα του "υπαρκτού", τον καπιταλισμό στην καθαρή μορφή του - δεν νομίζω ότι συμβαδίζουν με το σκεπτικό του Μαρξ και όσων τον κατανόησαν και τον ακολούθησαν. Φυσικά κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να είναι "μαρξιστής" - εξ άλλου κι ο ίδιος ο Μαρξ ήταν πολύ επιφυλακτικός απέναντι σε τέτοιους τίτλους· ας αναλογιστούμε μονάχα εάν η αμφισβήτηση είναι πιο ισχυρή και πιο γοητευτική όταν συνδυάζει ρεαλισμό, διορατικότητα και συγκεκριμένο όραμα. Το συγκεκριμένο όραμα του Μαρξ το 1848 ήταν η επικείμενη επαναστατική ανατροπή. Το δικό μας δεν μπορεί παρά να είναι μια παραλλαγή του γκραμσιανού "πολέμου θέσεων". Όχι, όμως, επειδή αυτός ο πόλεμος είναι κατ' ανάγκη δύσκολος κι επίπονος να καταφεύγουμε σε λύσεις "εύκολες" μεν, από την άλλη όμως θεωρητικά προβληματικές και ανιστόρητες.

Να διαβάζουμε και λίγο Μαρξ σύντροφοι, θα λέγαμε αν θέλαμε να "προβοκάρουμε". Η διάθεση χρόνου σε ουσιαστικές μελέτες, καθώς και η μόνιμη επιδίωξη για δημιουργική και κριτική ανάγνωση, είναι, πέρα από πρόσκαιρες εντυπώσεις και συναισθηματισμούς, οι αληθινές προκλήσεις για όλους μας. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου